- ηλεκτροβιολογία
- η электробиология
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ηλεκτροβιολογία — η βιολ. κλάδος τής βιολογίας που έχει ως αντικείμενο τη μελέτη τών ηλεκτρικών φαινομένων τα οποία διαπιστώνονται στους ζωντανούς οργανισμούς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrobiology < electro (πρβλ. ήλεκτρο *) + biology (πρβλ.… … Dictionary of Greek
ηλεκτρ(ο)- — α συνθετικό λέξεων το οποίο δηλώνει ότι το β συνθετικό γίνεται, προέρχεται, κινείται με ηλεκτρισμό ή αναφέρεται σ αυτόν (π.χ. ηλεκτρομηχανή, ηλεκτραγωγός, ηλεκτροχημεία κ.λπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων, που ανάγονται κανονικώς σε ξένες… … Dictionary of Greek
ηλεκτροβιολογικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην ηλεκτροβιολογία. Επιρρ. ηλεκτροβιολογικώς και ά από ηλεκτροβιολογική άποψη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. electrobiological < electro (πρβλ. ήλεκτρο *) + biological (πρβλ. βιολογικός)] … Dictionary of Greek